Σε μία δύσκολη χρονιά, με την πανδημία να έχει αποκλείσει για αρκετούς μήνες τη διά ζώσης εκπαίδευση στα σχολεία και με άγνωστους συντελεστές για την ακριβή ημερομηνία των πανελλαδικών εξετάσεων φέτος, λόγω της παράτασης του σχολικού έτους, η Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής που θα εφαρμοστεί φέτος για πρώτη φορά θα ανεβάσει τον πήχυ δυσκολίας για τους υποψηφίους της Γ’ Λυκείου.
Αρκετοί μαθητές με χαμηλές επιδόσεις, που μέχρι πέρσι είχαν εξασφαλίσει το «διαβατήριό» τους για την εισαγωγή στα ελληνικά αμφιθέατρα, φέτος θα μείνουν εκτός, ενώ οι αλλαγές θα επηρεάσουν και τον ακαδημαϊκό χάρτη, καθώς αρκετά πανεπιστημιακά τμήματα, κυρίως στην επαρχία, κινδυνεύουν να μείνουν με λίγους ή ακόμα και χωρίς πρωτοετείς.
Ο «Ελεύθερος Τύπος», σε συνεργασία με την εταιρία Συμβούλων Εκπαίδευσης Labora, παρουσιάζει την εκτίμηση για την πορεία της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής ανά επιστημονικό πεδίο σύμφωνα με τα στοιχεία των τριών τελευταίων ετών.
Σημειώνεται ότι πρόκειται για τρεις χρονιές, κατά τις οποίες υπήρξαν σημαντικές αλλαγές και στις τρεις, από τον τρόπο εξέτασης, το είδος των μαθημάτων (αντικατάσταση Λατινικών με Κοινωνιολογία), αλλά και διαφορετική ύλη.
Παρ’ όλα αυτά, είναι ξεκάθαρο ότι οι επιδόσεις των μαθητών, τουλάχιστον τα τρία τελευταία χρόνια, δεν παρουσιάζουν σημαντικές αλλαγές, με την Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής να επηρεάζει κυρίως όσους γράφουν από 8.000 έως 10.000 μόρια. Οι συγκεκριμένοι υποψήφιοι βρίσκονται οριακά στην «κόκκινη γραμμή» για το αν θα περάσουν ή θα μείνουν εκτός από κάποιες σχολές και τμήματα.
Πώς υπολογίζεται
Πριν από λίγες εβδομάδες το υπουργείο Παιδείας όρισε το εύρος των συντελεστών, μεταξύ των οποίων θα επιλέξει το κάθε πανεπιστημιακό τμήμα, ώστε να καθοριστεί η Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής. Σύμφωνα με την Υπουργική Απόφαση, το όριο κυμαίνεται από το 0,8 έως το 1,20, δηλαδή ο μέσος όρος επίδοσης των πανελλαδικώς εξεταζόμενων μαθημάτων ανά επιστημονικό πεδίο θα μπορεί να κινηθεί εντός του παραπάνω ορίου.
Για παράδειγμα, αν ο μέσος όρος των επιδόσεων των υποψηφίων σε ένα από τα τέσσερα επιστημονικά πεδία είναι 10.000 μόρια, η ελάχιστη βάση εισαγωγής θα κινηθεί μεταξύ 8.000 και 12.000 μορίων στο συγκεκριμένο επιστημονικό πεδίο.
Αλλαγές έρχονται και στα ειδικά μαθήματα, τα οποία θα ακολουθήσουν κι αυτά με τη σειρά τους την ίδια διαδικασία με την Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής, με το εύρος των συντελεστών να κυμαίνεται από 0,7 έως 1,10.
Τα κοινά τμήματα
Για τα πανεπιστημιακά τμήματα που είναι κοινά σε περισσότερα από ένα επιστημονικά πεδία, η Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής προκύπτει από τη χαμηλότερη τιμή. Δηλαδή, στα Παιδαγωγικά, ασχέτως αν ο υποψήφιος προέρχεται από το 1ο επιστημονικό πεδίο (σ.σ.: που έχει για παράδειγμα 10.000 μόρια μέσο όρο) ή από το 4ο επιστημονικό πεδίο (σ.σ.: που έχει για παράδειγμα 8.000 μόρια μέσο όρο), θα εισαχθεί με την Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής που θα προκύψει από το επιστημονικό πεδίο με τα χαμηλότερο μόρια (σ.σ.: στο παραπάνω παράδειγμα το 4ο επιστημονικό πεδίο.
Ανάλυση: Ποιοι υποψήφιοι και πόσα πανεπιστημιακά τμήματα επηρεάζονται
Από τον δρα Κωνσταντίνο Κότιο, ιδρυτή «LABORA Σύμβουλοι Εκπαίδευσης», σύμβουλο Εκπαίδευσης
Με τη μελέτη των επιδόσεων των μαθητών τα 3 τελευταία χρόνια γίνεται αντιληπτό ότι υπάρχει μια σχετική σταθερότητα με μικρές αποκλίσεις στον μέσο όρο των βαθμολογιών των μαθητών και στα 4 επιστημονικά πεδία. Βέβαια, ο μέσος όρος των επιδόσεων της φετινής χρονιάς μπορεί να επηρεαστεί από πολλούς παράγοντες, που ενδέχεται να επηρεάσουν αυτή τη «σταθερότητα», μιας και διανύουμε μία από τις δυσκολότερες χρονιές και για τους μαθητές και για τη χώρα ολόκληρη. Οι παράγοντες, λοιπόν, που μπορούν να διαδραματίσουν ρόλο στη φετινή επίδοση των μαθητών, εκτός από το επίπεδο δυσκολίας των θεμάτων, είναι:
1. Ο βαθμός εκπαιδευτικής ετοιμότητας των μαθητών.
2. Ο βαθμός προσαρμογής των μαθητών στα νέα δεδομένα της πανδημίας, όπως π.χ. πόσο εκμεταλλεύτηκαν οι μαθητές τη συνθήκη του εγκλεισμού (συνεχής παραμονή στο σπίτι), αλλά και τις διαφορετικές συνθήκες μάθησης (τηλεκπαίδευση).
3. H ψυχολογική κόπωση των μαθητών από τις συνεχείς αλλαγές στον προγραμματισμό τους.
H ελάχιστη βάση εισαγωγής δεν μπορεί να επηρεάσει το σύνολο των μαθητών, μιας και τους μαθητές που θα γράψουν βαθμολογίες άνω του 12 ή 13 δεν φαίνεται ότι θα τους απασχολήσει το ζήτημα. Και αυτό συμβαίνει γιατί οι μέσες και υψηλόβαθμες σχολές (βλ. Νομική, Ψυχολογία, Ηλεκτρολόγοι Μηχανικοί, Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής κ.ά.) συμπληρώνουν τις θέσεις τους πολύ γρήγορα και προσελκύουν μαθητές με βαθμολογίες υψηλές.
Αναφερόμαστε στο 13 ιδιαίτερα και μόνο για την περίπτωση που σε κάποιο πεδίο θα σημειωθούν πολύ αυξημένες βαθμολογίες, οι οποίες ανεβάζουν τον πήχυ της ελάχιστης βάσης.
Κινούμενοι στα δεδομένα της τελευταίας 3ετίας, διαφαίνεται ότι δυσκολίες εισαγωγής έχουν οι μαθητές που έχουν γράψει κάτω από τη βάση του 10, σε οποιοδήποτε πεδίο και αν έχουν διαγωνιστεί.
Συγκεκριμένα:
Στο 1ο πεδίο δεν μπορούμε να ορίσουμε με βεβαιότητα την ελάχιστη βάση για τα Ξενόγλωσσα Τμήματα (Γαλλικής, Γερμανικής, Ιταλικής), τα οποία αποτελούν έναν μεγάλο γρίφο λόγω και της αλλαγής που έγινε στην ελάχιστη βαθμολογία (από τη βάση του 10 στα ειδικά μαθήματα πλέον φτάνουμε στην ελάχιστη βάση εισαγωγής ανά ειδικό μάθημα).
Με βάση τις περσινές βάσεις, ενδέχεται να επηρεαστούν μαθητές και σε τμήματα Φιλολογικά, όπως κάποια περιφερειακά τμήματα Ιστορίας και Φιλοσοφίας, όπου πέρσι παρατηρήθηκαν χαμηλές βαθμολογίες. Παράλληλα, μαθητές που στοχεύουν σε τμήματα Επικοινωνίας (Ψηφιακών Μέσων και Επικοινωνίας (Αργοστόλι, Καστοριά), σε τμήματα Αρχειονομίας ή Μεσογειακών Σπουδών πρέπει να εντείνουν τη μελέτη τους για να φτάσουν στα νέα δεδομένα των βάσεων, μιας και είναι δύσκολο να παραμείνουν σε μόρια της τάξης των 6.000 και 7.000.
Στο 2ο πεδίο, περίπου το 30% των τμημάτων (74 από 256) φαίνεται ότι επηρεάζεται από την ελάχιστη βάση και θα έχει ανοδική τάση, μιας και συγκέντρωσε βάση εισαγωγής κάτω από 9.000 μόρια. Σε αυτήν την ομάδα τμημάτων υπάρχει ένας μεγάλος αριθμός τμημάτων Γεωπονίας, Δασολογίας, Επιστήμης Υλικών, Περιβάλλοντος, αλλά και τμημάτων που προκαλούν έκπληξη όπως τμήματα Ηλεκτρονικών Μηχανικών, Μαθηματικών, Φυσικής, Πολιτικών Μηχανικών και Πληροφορικής.
Στο 3ο πεδίο, τα περισσότερα τμήματα που βρίσκονται κάτω από το όριο των 9.000 μορίων δεν είναι αμιγώς ιατρικά και ανήκουν στα κοινά τμήματα με το 2ο κυρίως πεδίο (Φυτικής, Ζωικής Παραγωγής, Οινολογίας κ.ά.). Από τα παραδοσιακά «παραϊατρικά» συναντάμε μόνο κάποια τμήματα Νοσηλευτικής και Δημόσιας Υγείας σε περιφερειακές πόλεις.
Στο 4ο πεδίο, περίπου το 30% των τμημάτων (51 από 154) ενδέχεται να έχει αύξηση της βάσης εισαγωγής και αυτό αναμένεται να επηρεάσει τμήματα-έκπληξη, όπως το Διεθνών Ευρωπαϊκών Σπουδών (Κοζάνη), τα Λογιστικής-Χρηματοοικονομικής και Διοίκησης Επιχειρήσεων (νέα πανεπιστήμια που προήλθαν από πρώην ΤΕΙ), κάποια τμήματα Πληροφορικής, αλλά και Στατιστικής (εκτός των τμημάτων του ΟΠΑ και Πειραιά).
Δημοσιεύθηκε στον Ελεύθερο Τύπο, 17.3.2021
Δείτε το πρωτότυπο άρθρο ΕΔΩ