Δείτε εδώ αναλυτικά την Εγκύκλιο
Ειδικότερα η υπουργική απόφαση προβλέπει τα εξής:
Άρθρο 1
Υποψήφιοι με αναπηρία και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες
Οι υποψήφιοι με αναπηρία και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες που αναφέρονται στο άρθρο 3 του ν. 3699/2008 (Α’ 199) εξετάζονται στις πανελλαδικές εξετάσεις ΓΕΛ και ΕΠΑΛ προφορικά ή γραπτά, κατά περίπτωση, ανάλογα με τις δυνατότητές τους, ως ακολούθως:
Α) Εξετάζονται προφορικά, κατόπιν αίτησής τους, οι υποψήφιοι που αδυνατούν να υποστούν γραπτή εξέταση επειδή:
i) είναι τυφλοί, σύμφωνα με τον ν. 958/1979 (Α’ 191) ή έχουν ποσοστό αναπηρίας στην όρασή τους τουλάχιστον 67% ή είναι αμβλύωπες με ποσοστό αναπηρίας στην όρασή τους τουλάχιστον 67%,
ii) έχουν κινητική αναπηρία μόνιμη ή προσωρινή τουλάχιστον 67%, που συνδέεται με τα άνω άκρα,
iii) πάσχουν από σπαστικότητα των άνω άκρων,
iv) παρουσιάζουν ειδικές μαθησιακές δυσκολίες, όπως δυσλεξία, δυσγραφία, δυσαριθμησία, δυσαναγνωσία, δυσορθογραφία.
Η σχετική αίτηση υποβάλλεται στο Λύκειο κατάθεσης της Αίτησης Δήλωσης για συμμετοχή στις πανελλαδικές εξετάσεις συνοδευόμενη από γνωμάτευση που χορηγείται από την Υγειονομική Επιτροπή του Κέντρου Πιστοποίησης Αναπηρίας (ΚΕΠΑ) του Ενιαίου Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (ΕΦΚΑ) για τις περιπτώσεις (i) έως και (iii).
Για την περίπτωση (iv) απαιτείται γνωμάτευση από τα οικεία Κέντρα Εκπαιδευτικής και Συμβουλευτικής Υπο- στήριξης (ΚΕΣΥ) ή τα Κοινοτικά Κέντρα Ψυχικής Υγείας Παιδιών και Εφήβων του άρθρου 51 του ν. 4547/2018 (Α’ 102) ή τα πιστοποιημένα από το Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων Ιατροπαιδαγωγικά Κέντρα (ΙΠΔ), στην οποία θα αναγράφεται ακριβώς η ειδική μαθησιακή δυσκολία του υποψηφίου έτσι, όπως αναφέρεται στην περίπτωση Α (iv) και η παραπομπή του για προφορική εξέταση, καθώς και ο χρόνος επαναξιολόγησής του, εφόσον απαιτείται από την κείμενη νομοθεσία.
Β) Επίσης προφορικά εξετάζονται οι υποψήφιοι με σύνθετες γνωστικές, συναισθηματικές και κοινωνικές δυσκολίες, παραβατική συμπεριφορά λόγω κακοποίησης, γονεϊκής παραμέλησης και εγκατάλειψης ή λόγω ενδοοικογενειακής βίας, εφόσον υποβάλουν γνωμάτευση ότι έχουν ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες και αδυνατούν να υποστούν γραπτή εξέταση. Στην περίπτωση αυτή, η γνωμάτευση χορηγείται από το οικείο Κέντρο Εκπαιδευτικής και Συμβουλευτικής Υποστήριξης (ΚΕΣΥ) ή τα Κοινοτικά Κέντρα Ψυχικής Υγείας Παιδιών και Εφήβων ή τα Ιατροπαιδαγωγικά Κέντρα (ΙΠΔ) άλλων Υπουργείων, ύστερα από προσκόμιση είτε ιατρικής βεβαίωσης Δημόσιου Νοσοκομείου που κοινοποιήθηκε σε δικαστικές αρχές, σε περίπτωση κακοποίησης του υποψηφίου λόγω γονεϊκής παραμέλησης και εγκατάλειψης ή ενδοοικογενειακής βίας, είτε βεβαίωσης από δικαστική αρχή ή εισαγγελέα ανηλίκων, σε περίπτωση παραβατικής συμπεριφοράς. Γνωματεύσεις που έχουν τυχόν εκδοθεί από τα Κέντρα Διαφοροδιάγνωσης, Διάγνωσης και Υποστήριξης Ειδι- κών Εκπαιδευτικών
Αναγκών (ΚΕΔΔΥ) ή τα Ιατροπαιδαγωγικά Κέντρα (ΙΠΔ) χωρίς την παραπάνω διαδικασία και ισχύουν, πρέπει να επαναξιολογηθούν κατά τα ανωτέρω.
Γ) Οι υποψήφιοι με φάσμα αυτισμού εξετάζονται:
i) γραπτά ή
ii) προφορικά.
Για τις περιπτώσεις αυτές απαιτείται γνωμάτευση από τα οικεία ΚΕΣΥ ή τα Κοινοτικά Κέντρα Ψυχικής Υγείας Παιδιών και Εφήβων του άρθρου 51 του ν. 4547/2018 ή τα πιστοποιημένα από το Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων Ιατροπαιδαγωγικά Κέντρα (ΙΠΔ), στην οποία θα αναγράφεται ακριβώς η ανωτέρω δυσκολία του υποψηφίου, ο προφορικός ή ο γραπτός τρόπος εξέτασης, καθώς και ο χρόνος επαναξιολόγησής του, εφόσον απαιτείται από την κείμενη νομοθεσία. Η σχετική αίτηση υποβάλλεται στο Λύκειο κατάθεσης της Αίτησης Δήλωσης για συμμετοχή στις πανελλαδικές εξετάσεις συνοδευόμενη από τη γνωμάτευση των αναφερομένων Κέντρων.
Δ) Εξετάζονται γραπτά οι υποψήφιοι που έχουν ιδιαίτερα σοβαρά προβλήματα ακοής (κωφοί, βαρήκοοι) σε ποσοστό 67% και άνω και όσοι παρουσιάζουν προβλήματα λόγου και ομιλίας (δυσαρθρία, τραυλισμός) καθώς και προβλήματα επιληψίας. Η σχετική αίτηση υποβάλλεται στο Λύκειο κατάθεσης της Αίτησης Δήλωσης για συμμετοχή στις πανελλαδικές εξετάσεις συνοδευόμενη από γνωμάτευση η οποία χορηγείται από τις Υγειονομικές Επιτροπές των Κέντρων Πιστοποίησης Αναπηρίας (ΚΕΠΑ) του ΕΦΚΑ για όσους έχουν προβλήματα ακοής (κωφοί, βαρήκοοι) σε ποσοστό 67% και άνω καθώς και προβλήματα επιληψίας, ενώ για τα προβλήματα λόγου και ομιλίας (δυσαρθρία, τραυλισμός) απαιτείται γνωμάτευση από τα ΚΕΣΥ ή τα Κοινοτικά Κέντρα Ψυχικής Υγείας Παιδιών και Εφήβων του άρθρου 51 του ν. 4547/2018 ή τα πιστοποιημένα από το Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων Ιατροπαιδαγωγικά Κέντρα (ΙΠΔ).
Ε) Περαιτέρω επισημάνσεις:
1. Ειδικά για τους υποψηφίους που είναι τυφλοί, σύμφωνα με τον ν. 958/1979 (Α’ 191) ή έχουν ποσοστό αναπηρίας στην όρασή τους τουλάχιστον 67% ή είναι αμβλύωπες με ποσοστό αναπηρίας στην όρασή τους τουλάχιστον 67% ή παρουσιάζουν σοβαρά προβλήματα ακοής (κωφός, βαρήκοος), γνωματεύσεις χορηγούνται και από τις Ιατροπαιδαγωγικές Υπηρεσίες του Κέντρου Εκπαίδευσης και Αποκατάστασης Τυφλών (ΚΕΑΤ) ή του Εθνικού Ιδρύματος Κωφών.
2. Όταν υπάρχει διάσταση απόψεων μεταξύ των εκθέσεων αξιολόγησης – γνωματεύσεων των ΚΕΣΥ και των Κοινοτικών Κέντρων Ψυχικής Υγείας Παιδιών και Εφήβων για τον ίδιο μαθητή ή όταν οι γονείς και κηδεμόνες διαφωνούν με το αποτέλεσμα της έκθεσης αξιολόγησης – γνωμάτευσης του ΚΕΣΥ, οι γονείς ή κηδεμόνες έχουν δικαίωμα προσφυγής σε πενταμελή Δευτεροβάθμια Επιτροπή Διεπιστημονικής Αξιολόγησης (ΔΕΔΑ), η οποία συγκροτείται με απόφαση του Περιφερειακού Διευθυντή Εκπαίδευσης. Η απόφαση της ΔΕΔΑ είναι οριστική. Αν υπάρχει διάσταση απόψεων μεταξύ των εκθέσεων αξιολόγησης – γνωματεύσεων των ΚΕΣΥ και των Κοινοτικών Κέντρων Ψυχικής Υγείας Παιδιών και Εφήβων για τον ίδιο μαθητή και οι γονείς ή κηδεμόνες δεν προσφύγουν στην πενταμελή ΔΕΔΑ, υπερισχύει η έκθεση αξιολόγησης – γνωμάτευσης των ΚΕΣΥ.
3. Τυχόν γνωματεύσεις που έχουν εκδοθεί από τα ΚΕΔΔΥ και αναφέρονται στις ανωτέρω ειδικές μαθησιακές δυσκολίες γίνονται δεκτές με την επιφύλαξη της επόμενης παραγράφου.
4. Όλες οι γνωματεύσεις των ΚΕΔΔΥ και των ΙΠΔ για οποιοδήποτε λόγο, έχουν μόνιμη ισχύ σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 17 του άρθρου 28 του ν. 4186/2013 (Α’ 193), εφόσον βρίσκονταν σε ισχύ κατά την έναρξη ισχύος του ως άνω Νόμου. Όσον αφορά στις γνωματεύσεις των ΚΕΣΥ, ανάλογα με το είδος και τον βαθμό των ειδικών εκπαιδευτικών αναγκών και των μαθησιακών δυσκολιών, προσδιορίζεται ο χρόνος επαναξιολόγησης, ο οποίος αναγράφεται στην έκθεση αξιολόγησης – γνωμάτευσης. Αν δεν αναγράφεται χρόνος επαναξιολόγησης, οι εκθέσεις των ΚΕΣΥ έχουν μόνιμη ισχύ, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 5 του ν. 3699/2008 (Α’ 199), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 51 του ν. 4547/2018 (Α’ 102). Σημειώνεται ότι επαναξιολόγηση απαιτείται στις περιπτώσεις αλλαγής σχολικής βαθμίδας.
5. Οι περιπτώσεις των υποψηφίων που δεν εντάσσονται σε αυτές που αναφέρονται στις παραγράφους Α, Β, Γ και Δ του άρθρου 1 της παρούσας υπουργικής απόφασης εξετάζονται με την προβλεπόμενη διαδικασία των γραπτών πανελλαδικών εξετάσεων. Δεν γίνονται δεκτές οι γνωματεύσεις, οι οποίες αναφέρουν αναπηρίες ή μαθησιακές δυσκολίες διαφορετικές από εκείνες που αναγράφονται στο άρθρο 1 της παρούσας υπουργικής απόφασης. Οι γνωματεύσεις των Υγειονομικών Επιτροπών, των ΚΕΣΥ, των Κοινοτικών Κέντρων Ψυχικής Υγείας Παιδιών και Εφήβων καθώς και των Ιατροπαιδαγωγικών Κέντρων (ΙΠΔ) εκδίδονται κατά προτεραιότητα μετά από σχετική αίτηση του ενδιαφερομένου.
Άρθρο 2
Υποψήφιοι που πάσχουν από κάταγμα ή άλλη προσωρινή βλάβη των άνω άκρων
Οι υποψήφιοι που πάσχουν από κάταγμα ή άλλη προσωρινή βλάβη των άνω άκρων που καθιστά αδύνατη τη χρήση τους για γραφή κατά τη διάρκεια της τακτικής περιόδου των πανελλαδικών εξετάσεων, δύνανται να εξετάζονται γραπτά στις Επαναληπτικές Πανελλαδικές Εξετάσεις του άρθρου 13Α του ν. 4186/2013 (Α’ 193) στο σύνολο των μαθημάτων που έχουν δηλώσει στην Αίτηση – Δήλωση.
Για την περίπτωση αυτή οι υποψήφιοι, προκειμένου να συμμετάσχουν στις επαναληπτικές εξετάσεις του Σεπτεμβρίου, θα πρέπει το αργότερο εντός δύο (2) ημερών, εκ των οποίων τουλάχιστον η τελευταία εργάσιμη, από την ημέρα λήξης του Προγράμματος πανελλαδικών εξετάσεων είτε των μαθημάτων Γενικής Παιδείας και Προσανατολισμού των ημερησίων και εσπερινών Γενικών Λυκείων είτε των μαθημάτων Γενικής Παιδείας και Ειδικότητας των ημερησίων και εσπερινών Επαγγελματικών Λυκείων κατά περίπτωση, ανάλογα με τη συμμετοχή τους στις αντίστοιχες εξεταστικές διαδικασίες, να καταθέσουν σχετική αίτηση προς την ΕΕΔΔΕ που εδρεύει στη Διεύθυνση Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, στην οποία ανήκει το Λύκειο κατάθεσης της αίτησης-δήλωσής τους. Στην περίπτωση των Ειδικών Μαθημάτων και των νέων Μουσικών Μαθημάτων η προθεσμία κατάθεσης της σχετικής αίτησης είναι το αργότερο εντός δύο ημερών από την ημέρα εξέτασης του αντίστοιχου μαθήματος που είχε δηλώσει. Η αίτηση για συμμετοχή στις Επαναληπτικές Πανελλαδικές Εξετάσεις, θα πρέπει να συνοδεύεται από α) δικαιολογητικά ασθενείας ή ιατρική γνωμάτευση από Δημόσιο Νοσοκομείο τα οποία φέρουν σφραγίδα Διευθυντή είτε Κλινικής ΕΣΥ ή Εργαστηρίου ή Πανεπιστημιακού Τμήματος ή από Δημόσιο Κέντρο Υγείας, τα οποία φέρουν σφραγίδα του Διευθυντή του Κέντρου, ή β) δικαιολογητικά ασθενείας ή ιατρική γνωμάτευση από Ιδιωτικό Νοσοκομείο τα οποία φέρουν υπογραφή και σφραγίδα του θεράποντος ιατρού και του Διοικητικού Διευθυντή της ιδιωτικής Κλινικής, από τα οποία να προκύπτει η αδυναμία του υποψηφίου να συμμετάσχει σε γραπτή εξέταση. Στη γνωμάτευση/δικαιολογητικά ασθενείας, εκτός από το κάταγμα ή την προσωρινή βλάβη, πρέπει να πιστοποιείται ρητώς η αδυναμία χρήσης του άνω άκρου για γραφή και να αναγράφεται το χρονικό διάστημα ισχύος τους, το οποίο πρέπει να εμπεριέχει την περίοδο των πανελλαδικών εξετάσεων.
Άρθρο 3
Ορισμός Επιτροπών Εξέτασης και Διαδικασία εξέτασης
1. Οι υποψήφιοι των ημερήσιων και εσπερινών ΓΕΛ των ανωτέρω περιπτώσεων Α, Β και Γ ii) του άρθρου 1 της παρούσης, για τα πανελλαδικώς εξεταζόμενα μαθήματα, εξετάζονται ως ακολούθως:
α) Στο οικείο Βαθμολογικό Κέντρο (Β.Κ.) που λειτουργεί στη Διεύθυνση Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, στην οποία ανήκει οργανικά το σχολείο υποβολής της αίτησης – δήλωσης τους για συμμετοχή στις πανελλαδικές εξετάσεις, ενώπιον Επιτροπής Εξέτασης. Για τον χώρο λειτουργίας της Επιτροπής Εξέτασης μπορεί να ορίζεται με απόφαση του οικείου Διευθυντή της Διεύθυνσης ΔΕ Ειδικό Εξεταστικό Κέντρο, ως παράρτημα του Β.Κ. Η Επιτροπή Εξέτασης του εδαφίου αυτού ορίζεται από τον Πρόεδρο του οικείου Β.Κ. και αποτελείται από:
i. Τον Πρόεδρο ή ένα μέλος της Επιτροπής του οικείου Β.Κ. ως Πρόεδρο.
ii. Δύο (2) εκπαιδευτικούς λειτουργούς ΔΕ για κάθε εξεταζόμενο μάθημα από αυτούς που το δίδαξαν ένα τουλάχιστον σχολικό έτος κατά την τελευταία τριετία, ως εξεταστές-βαθμολογητές.
iii. Έναν (1) Συντονιστή Εκπαιδευτικού Έργου (ΣΕΕ) ή εκπαιδευτικό λειτουργό ΔΕ με βαθμό Α’, της ίδιας ή συγγενούς με το εξεταζόμενο μάθημα ειδικότητας ως εξεταστή – τρίτο βαθμολογητή. Ο καθηγητής πρέπει να έχει διδάξει το εξεταζόμενο μάθημα κατά προτίμηση ένα τουλάχιστον σχολικό έτος κατά την τελευταία διετία.
iv. Έναν εκπαιδευτικό λειτουργό ΔΕ ή διοικητικό υπάλληλο ως γραμματέα της Επιτροπής. Σε περίπτωση που οι εξεταζόμενοι υποψήφιοι είναι περισσότεροι από είκοσι (20) ορίζεται και ένας βοηθός γραμματέας. Για κάθε είκοσι (20) επιπλέον εξεταζομένους ορίζεται ένας ακόμη βοηθός γραμματέας.
Στην Επιτροπή μπορεί να παρίσταται και ένας (1) Συντονιστής Εκπαιδευτικού Έργου (ΣΕΕ) Ειδικής Αγωγής και Ενταξιακής Εκπαίδευσης ή ο Προϊστάμενος του οικείου ΚΕΣΥ ή εκπαιδευτικός Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης ο οποίος υπηρετεί στο ΚΕΣΥ, για την παροχή διευκρινίσεων ή επεξηγήσεων σε θέματα ειδικών εκπαιδευτικών αναγκών.
Με την ίδια απόφαση ορίζονται επιπλέον μέχρι δύο (2) άτομα από το βοηθητικό προσωπικό.
Στον χώρο λειτουργίας της επιτροπής εξέτασης παρευρίσκεται ιατρός του δημοσίου ή ιδιώτης ιατρός, ο οποίος ορίζεται με απόφαση του οικείου Περιφερειάρχη μετά από αίτηση του οικείου Διευθυντή Διεύθυνσης ΔΕ για την αντιμετώπιση οποιασδήποτε έκτακτης ανάγκης των εξεταζομένων. Ο οριζόμενος ιατρός οφείλει να είναι παρών μισή τουλάχιστον ώρα πριν την έναρξη των εξετάσεων και να παραμένει σ’ όλη τη διάρκεια των εξετάσεων. Σε περίπτωση αδυναμίας ορισμού ιατρού δύναται να ορίζεται νοσηλευτής του δημοσίου.
Σε περίπτωση που οι εξεταζόμενοι είναι περισσότεροι από πέντε (5) σε κάθε εξεταζόμενο μάθημα, με απόφασή του ο Πρόεδρος της Επιτροπής μπορεί να αυξάνει τον αριθμό των μελών – εξεταστών ανάλογα με τον αριθμό των υποψηφίων και τα μαθήματα, στα οποία προσέρχονται να εξεταστούν.
Κάθε Επιτροπή έχει ως έργο την εξέταση και βαθμολόγηση σε κάθε μάθημα των υποψηφίων των ανωτέρω περιπτώσεων Α, Β και Γ (ii) του άρθρου 1 της παρούσης.
Στο γραπτό δοκίμιο κάθε εξεταζομένου σημειώνεται ο τρόπος εξέτασης του υποψηφίου και υπογράφεται από τους εξεταστές και τον Πρόεδρο της Επιτροπής. Κατά την εξέταση παρευρίσκεται και ο τρίτος βαθμολογητής για να αξιολογήσει τον υποψήφιο σε περίπτωση διαφοράς βαθμολογίας.
Με απόφαση του Διευθυντή Δ.Ε. ορίζεται ο απαραίτητος αριθμός επιτηρητών για τους υποψηφίους που εξετάζονται στα Βαθμολογικά ή στα Ειδικά Εξεταστικά Κέντρα.
β) Στις Διευθύνσεις ΔΕ στις οποίες δεν λειτουργούν Β.Κ. ορίζεται Ειδικό Εξεταστικό Κέντρο (Ε.Ε.Κ.) με απόφαση του οικείου Διευθυντή της Διεύθυνσης ΔΕ. Με την ίδια απόφαση ορίζεται ο Πρόεδρος της Επιτροπής Εξέτασης από τους έχοντες τα προβλεπόμενα για τους Προέδρους Βαθμολογικών Κέντρων προσόντα. Ο Πρόεδρος της Επιτροπής Εξέτασης ορίζει τα υπόλοιπα μέλη της επιτροπής, τον γραμματέα και τον βοηθό γραμματέα όπου απαιτείται, το βοηθητικό προσωπικό, εφαρμοζομένων κατά τα λοιπά των διατάξεων του εδαφίου α του παρόντος άρθρου.
γ) Στις Διευθύνσεις ΔΕ, στις οποίες θα λειτουργήσει Βαθμολογικό Κέντρο αλλά οι εξεταζόμενοι είναι περισσότεροι από ογδόντα (80), συγκροτείται Ειδικό Εξεταστικό Κέντρο για τους υπεράριθμους υποψηφίους (άνω των 80). Σε περίπτωση υποψηφίων άνω των 160 μπορεί να ορίζεται και επιπλέον Ειδικό Εξεταστικό Κέντρο, άνω των 240 δύο επιπλέον Ειδικά Εξεταστικά Κέντρα κ.ο.κ. Στις Διευθύνσεις ΔΕ όπου λειτουργούν δύο (2) Βαθμολογικά Κέντρα αλλά οι εξεταζόμενοι είναι περισσότεροι από 160 συγκροτείται Ειδικό Εξεταστικό Κέντρο, άνω των 240 δύο επιπλέον Ειδικά Εξεταστικά Κέντρα κ.ο.κ. Για τον ορισμό των Ειδικών Εξεταστικών Κέντρων εφαρμόζονται οι διατάξεις του εδαφίου β του παρόντος άρθρου. Στις Διευθύνσεις όπου λειτουργούν τρία (3) Β.Κ., τα παραπάνω εφαρμόζονται ανάλογα.
Σε περίπτωση που το πλήθος των υποψηφίων είναι άνω των 80 και όχι μεγαλύτερο των 90, για λόγους καλύτερης στελέχωσης και εύρυθμης λειτουργίας των Κέντρων, μπορεί να μην δημιουργηθεί επιπλέον Ε.Ε.Κ.
Στις Διευθύνσεις ΔΕ, στις οποίες λειτουργούν περισσότερα από ένα κέντρα εξέτασης υποψηφίων με αναπηρία και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες, η κατανομή των υποψηφίων σε αυτά γίνεται με απόφαση του οικείου Διευθυντή ΔΕ κατά Λύκειο προέλευσης.
Εφόσον ο αριθμός των προφορικά εξεταζόμενων υποψηφίων είναι σχετικά μικρός, συνεκτιμώντας τις συγκοινωνιακές και λοιπές συνθήκες μπορεί οι υποψήφιοι να εξετάζονται σε Ειδικό Εξεταστικό Κέντρο άλλης Διεύθυνσης Δ.Ε., εφόσον κριθεί αναγκαίο από τον οικείο Περιφερειακό Επόπτη Εξετάσεων ΓΕΛ.
Δεν μπορεί να συμμετέχει στις Επιτροπές του Βαθμολογικού και του Ειδικού Εξεταστικού Κέντρου όποιος έχει σχέση συγγένειας εξ αίματος ή εξ αγχιστείας μέχρι και τρίτου βαθμού με υποψήφιο που εξετάζεται σ’ αυτήν ή καθηγητής που δίδασκε στο Λύκειο στο οποίο φοιτούσε ο εξεταζόμενος υποψήφιος.
2. Οι υποψήφιοι των ημερήσιων και εσπερινών ΕΠΑΛ των ανωτέρω περιπτώσεων Α, Β και Γ (ii) του άρθρου 1 της παρούσης, για τα πανελλαδικώς εξεταζόμενα μαθήματα, εξετάζονται ως ακολούθως:
α) Στα Βαθμολογικά Κέντρα (Β.Κ.) που έχουν οριστεί με απόφαση του Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων. Στην περίπτωση που οι υποψήφιοι που εξετάζονται σε ένα Β.Κ. είναι περισσότεροι από 80 με απόφαση του Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων μπορούν να ορίζονται Ειδικά Εξεταστικά Κέντρα (Ε.Ε.Κ.) στην έδρα Περιφερειακής Εκπ/σης συνεκτιμώντας τις ιδιαίτερες συγκοινωνιακές συνθήκες κάθε περιοχής. Με την ίδια απόφαση ορίζεται ο Πρόεδρος της Επιτροπής Ε.Ε.Κ. από τους έχοντες τα προβλεπόμενα για τους Προέδρους των Βαθμολογικών Κέντρων προσόντα.
H Επιτροπή εξέτασης του Βαθμολογικού Κέντρου ή του Ειδικού Εξεταστικού Κέντρου αποτελείται από:
i. Τον Πρόεδρο ή ένα (1) μέλος της Επιτροπής του οικεί- ου Β.Κ. ή τον Πρόεδρο του Ειδικού Εξεταστικού Κέντρου (Ε.Ε.Κ), ως Πρόεδρο.
ii. Δύο (2) εκπαιδευτικούς λειτουργούς Δ.Ε. ΕΠΑΛ για κάθε εξεταζόμενο μάθημα από αυτούς που το δίδαξαν ένα τουλάχιστον σχολικό έτος κατά την τελευταία τριετία ως εξεταστές-βαθμολογητές. Σε περίπτωση έλλειψης εκπαιδευτικών ΕΠΑΛ μπορούν να χρησιμοποιηθούν Γενικού Λυκείου της ίδιας ή άλλης Δ/νσης Εκπ/σης.
iii. Ένα (1) Συντονιστή Εκπαιδευτικού Έργου ή εκπαιδευτικό λειτουργό Δ.Ε., με βαθμό Α’, της ίδιας ή συγγενούς με το εξεταζόμενο μάθημα ειδικότητας ως εξεταστή – τρίτο βαθμολογητή. Ο καθηγητής πρέπει να έχει διδάξει το εξεταζόμενο μάθημα κατά προτίμηση ένα τουλάχιστον σχολικό έτος κατά την τελευταία διετία.
Γραμματέας της Επιτροπής ορίζεται εκπαιδευτικός λειτουργός Δ.Ε. ή διοικητικός υπάλληλος. Τα μέλη και η γραμματεία της Επιτροπής ορίζονται με απόφαση του Προέδρου Β.Κ ή του Ε.Ε.Κ.
Με απόφαση του Προέδρου της επιτροπής του Ε.Ε.Κ. ή του Β.Κ. μπορούν να ορίζονται μέχρι εννέα (9) υπάλληλοι από το εκπαιδευτικό ή διοικητικό προσωπικό για την επικουρία του Ε.Ε.Κ. ή του Β.Κ. και δύο (2) άτομα βοηθητικό προσωπικό.
Στην Επιτροπή μπορεί να παρίσταται και ένας (1) Συντονιστής Εκπαιδευτικού Έργου (ΣΕΕ) Ειδικής Αγωγής και Ενταξιακής Εκπαίδευσης ή ο Προϊστάμενος του οικείου ΚΕΣΥ ή εκπαιδευτικός Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης ο οποίος υπηρετεί στο ΚΕΣΥ, για την παροχή διευκρινίσεων ή επεξηγήσεων σε θέματα ειδικών εκπαιδευτικών αναγκών.
Στον χώρο λειτουργίας της επιτροπής εξέτασης παρευρίσκεται ιατρός του δημοσίου ή ιδιώτης ιατρός, ο οποίος ορίζεται με απόφαση του οικείου Περιφερειάρχη μετά από αίτηση του οικείου Διευθυντή Διεύθυνσης ΔΕ για την αντιμετώπιση οποιασδήποτε έκτακτης ανάγκης των εξεταζομένων. Ο οριζόμενος ιατρός οφείλει να είναι παρών μισή τουλάχιστον ώρα πριν την έναρξη των εξετάσεων και να παραμένει σ’ όλη τη διάρκεια των εξετάσεων. Σε περίπτωση αδυναμίας ορισμού ιατρού δύναται να ορίζεται νοσηλευτής του δημοσίου.
Σε περίπτωση που οι εξεταζόμενοι είναι περισσότεροι από πέντε (5) σε κάθε εξεταζόμενο μάθημα, με απόφασή του ο Πρόεδρος της Επιτροπής μπορεί να αυξάνει τον αριθμό των μελών – εξεταστών ανάλογα με τον αριθμό των υποψηφίων και τα μαθήματα, στα οποία προσέρχονται να εξεταστούν.
Κάθε Επιτροπή έχει ως έργο την εξέταση και βαθμολόγηση σε κάθε μάθημα των υποψηφίων των ανωτέρω περιπτώσεων Α, Β και Γ (ii) του άρθρου 1 της παρούσης.
Στο γραπτό δοκίμιο κάθε εξεταζομένου σημειώνεται ο τρόπος εξέτασης του υποψηφίου και υπογράφεται από τους εξεταστές και τον Πρόεδρο της Επιτροπής. Κατά την εξέταση παρευρίσκεται και ο τρίτος βαθμολογητής για να αξιολογήσει τον υποψήφιο σε περίπτωση διαφοράς βαθμολογίας.
Με απόφαση του Δ/ντή Δ.Ε. ορίζεται ο απαραίτητος αριθμός επιτηρητών για τους υποψηφίους που εξετάζονται στα Βαθμολογικά ή στα Ειδικά Εξεταστικά Κέντρα.
3. Οι υποψήφιοι ΓΕΛ και ΕΠΑΛ των ανωτέρω περιπτώσεων Α, Β και Γ (ii) του άρθρου 1 της παρούσης, για τα πανελλαδικώς εξεταζόμενα μαθήματα, εξετάζονται προφορικά στα ίδια θέματα με το ίδιο πρόγραμμα και την ίδια διάρκεια εξέτασης με αυτούς που εξετάζονται γραπτά, ενώπιον Επιτροπής Εξέτασης που ορίζεται από τον Πρόεδρο του οικείου Β.Κ. ή του Ε.Ε.Κ.
Ειδικότερα ο χρόνος προετοιμασίας δεν μπορεί να υπερβαίνει τις τρεις (3) ώρες, και ο χρόνος αξιολόγησης – βαθμολόγησης ξεκινά μετά την παρέλευση του τρίωρου χρόνου προετοιμασίας ή όταν κάποιος υποψήφιος (πριν την παρέλευση του τρίωρου) δηλώσει έτοιμος για αξιολόγηση. Η επιτροπή έχει τη δυνατότητα, εφόσον από την πορεία αξιολόγησης – βαθμολόγησης του εξεταζομένου διαπιστώσει ότι είναι βάσιμο το αίτημά του για παράταση του χρόνου αξιολόγησης – βαθμολόγησης, να του παρέχει κάποια παράταση χρόνου η οποία δεν μπορεί να υπερβαίνει τα τριάντα (30’) λεπτά.
4. Όσοι υποψήφιοι ΓΕΛ και ΕΠΑΛ υπάγονται στις ανωτέρω περιπτώσεις Γ (i) και Δ του άρθρου 1 της παρούσης, εξετάζονται γραπτά στο ίδιο Εξεταστικό Κέντρο στο οποίο εξετάζονται και οι μαθητές του Λυκείου στο οποίο υπέβαλαν την αίτηση – δήλωση συμμετοχής τους στις πανελλαδικές εξετάσεις. Η εξέταση των υποψηφίων αυτών γίνεται σε ξεχωριστή αίθουσα και ο χρόνος εξέτασής τους μπορεί να παραταθεί με απόφαση της Λυκειακής ή Εξεταστικής Επιτροπής αντίστοιχα. Ο χρόνος παράτασης της γραπτής εξέτασης δεν μπορεί να υπερβαίνει τα τριάντα (30’) λεπτά. Τα γραπτά τους συγκεντρώνονται μαζί με τα γραπτά των λοιπών υποψηφίων και διαβιβάζονται για βαθμολόγηση στο οικείο Β.Κ. Ανάμεσα στους οριζόμενους επιτηρητές πρέπει κάποιος να είναι εκπαιδευτικός κλάδου ΠΕ87.01(ΠΕ14) ή ΠΕ87.02 (ΠΕ18.10), λόγω της αναπηρίας κάποιων υποψηφίων.
Άρθρο 4
Οι αιτήσεις και οι σχετικές γνωματεύσεις που αναφέρονται στο άρθρο 1 υποβάλλονται στον Διευθυντή του οικείου Λυκείου το αργότερο μέχρι τη λήξη της προθεσμίας υποβολής της αίτησης-δήλωσης για συμμετοχή στις πανελλαδικές εξετάσεις κάθε έτους. Ειδικά για τις πανελλαδικές εξετάσεις του 2021 μπορούν να υποβληθούν μέχρι τέλος Μαρτίου 2021.
Σε περίπτωση προσφυγής στην ΔΕΔΑ η σχετική αίτηση και η γνωμάτευση υποβάλλεται στον Διευθυντή του οικείου Λυκείου το αργότερο μέχρι 31 Μαρτίου εκάστου έτους. Ειδικά για τις πανελλαδικές εξετάσεις 2021 μπορούν να υποβληθούν μέχρι τέλος Απριλίου 2021.
Οι Διευθυντές των Λυκείων αφού ελέγξουν την ορθότητα των δικαιολογητικών που υποβάλλουν οι υποψήφιοι, τα αποστέλλουν στην οικεία ΕΕΔΔΕ/Διεύθυνση Δ.Ε. κατά περίπτωση προκειμένου να ελεγχθεί η νομιμότητα των σχετικών γνωματεύσεων βάσει των ισχυουσών διατάξεων.
Για τις περιπτώσεις του άρθρου 2, οι αιτήσεις και οι σχετικές γνωματεύσεις υποβάλλονται στην ΕΕΔΔΕ έτσι, όπως περιγράφεται στο συγκεκριμένο άρθρο.
Η ισχύς των διατάξεων της παρούσης τίθεται σε εφαρμογή για τις πανελλαδικές εξετάσεις 2021 και εφεξής.
Με την παρούσα καταργείται κάθε άλλη διάταξη που ρυθμίζει διαφορετικά τα ανωτέρω θέματα που αφορούν εισαγωγή υποψηφίων στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση.